43. «Όποιος ελεύθερα δεν ανέπνευσε τον αέρα, ε κείνος ξέρει τι θα πη ελευθερία»
Όλη η ζωή μας εδώ μοιάζει με ένα σκοτεινό τούνελ. Η παρουσία του Κυρίου στην ζωή μας, κάνει το σκοτεινό και απάνθρωπο τούνελ, ένα ολοφώτεινο πέρασμα. Διάβασα σε βιβλίο πως ρωτήθηκε κάποτε ένας γέροντας στα κακοτράχαλα βουνά της ‘Ηπείρου:
–«Γιατί, Γέροντα, έχεις πολύ καημό;»
–«Μα γιατί άλλο, για την λευτεριά», απάντησε εκείνος
–«Μα πες μας, τι είναι τούτη η λευτεριά;»
Και τότε εκείνος συγκινημένος σηκώθηκε, κοίταξε τον ουρανό ψηλά και αποκρίθηκε:
–«Αυτός ο ουρανός που μας σκεπάζει, παιδιά μου, είναι η λευτεριά. Πούθε αρχίζει και πούθε τελειώνει, κανένας δεν γνωρίζει· αλλά και τον βλέπεις και τον νιώθεις. Και σαν βρεθείς ψηλά στα κορφοβούνια θαρρείς πως φτάνει ν’ απλώσεις το χέρι σου και να τον αγγίζεις. Αλλά πρέπει να βρίσκεσαι ψηλά»
Μεγάλη κουβέντα είπε, τότε, ο γέροντας. Μεγάλη αλήθεια η ελευθερία. Γενικά όποιος σκλαβώθηκε έστω και για λίγο, όποιος ελεύθερα δεν ανέπνευσε τον αέρα, όποιος αγανάκτησε μέσα σε φυλακές, εκείνος ξέρει Τι θα πει ελευθερία. Εκείνος νιώθει την πραγματική έννοια της ελευθερίας.
Μέσα στην ελευθερία ο άνθρωπος χαίρεται την ζωή σ’ όλο της το μεγαλείο. Με την ελευθερία αποδεικνύεται περίτρανα πως τον χειμώνα διαδέχεται η άνοιξη, την καταιγίδα η ξαστεριά, τον θάνατο η ζωή.
Όμως πρέπει πάντα να προσέχουμε…, γιατί καιροφυλακτούν πολλοί εχθροί και υπάρχουν κρυμμένες παγίδες. Ο κ όσμος είναι ελεύθερα δημιουργημένος από τον Θεό. Υπάρχει και το κακό. Μέσα από την συνύπαρξη του καλού και του κακού, από την ελεύθερη βούλησή μας για τον Θεό ή το κακό, που θα διαλέξουμε, θα εξαρτηθούν πολλά.
Με τον πόνο, την αδικία, την φυλακή, το ξύλο προσπάθησε ο Διάβολος, με τους δικούς του, να με φέρει σε απογοήτευση και να με απομακρύνει από το δρόμο του Θεού. Η αγάπη του Θεού και η προστασία των αγίων, δεν ε πέτρεψαν να καταστραφώ. Αντιθέτως με βοήθησαν να γίνω πιο πιστός, και τα παθήματά μου ίσως γίνουν μαθήματα για άλλους, που ξέχασαν τον Χριστό. Γιατί εμείς οι άνθρωποι μόνο όταν έχουμε ανάγκη τον θυμόμαστε τον Θεό. Τον λυπούμε με τις πράξεις μας, με τα λόγια μας, με τις σκέψεις μας….
Η αγάπη του Θεού μαλάκωσε τις καρδιές πολλών ανθρώπων και βοήθησαν για να βγούμε, να αναπνέουμε σήμερα ελεύθερα.
Δυστυχώς η ψυχή είναι τραυματισμένη, το δε σώμα ακόμα πιο πολύ.
Χρόνιες καταστάσεις ταλαιπωριών είναι ακόμη εμφανέστατες στο πρόσωπο και στα λόγια μας. Εγώ, όπως και πολλοί άλλοι, σταυρωθήκαμε, γιατί γυρίσαμε τις πλάτες στο Ισλάμ. Όμως έζησα τόσες τρομερές καταστάσεις που παρακαλούσα χίλιες φορές να είχα τελειώσει, να είχα πεθάνει. Καταστάσεις που δεν περιγράφονται και ούτε πιστεύονται.
Γιατί; Γιατί έκαμα τον σταυρό μου. Μέσα στην φυλακή αγανάκτησα μία μέρα, γιατί με μάλωσαν για πράγματα που δεν είχα ιδέα και με τιμώρησαν με πενήντα βουρδουλιές. Από θέμα συνήθειας, χωρίς να το καταλάβω, είπα: «Θεέ μου, Παναγία μου, βάλε το χέρι σου, Τι είναι αυτά που ακούω», και έκανα ασυναίσθητα τον σταυρό μου μπρος στον αξιωματικό υπηρεσίας της φυλακής. ‘Εκείνος γούρλωσε τα μάτια του, σηκώθηκε από το γραφείο του, άρχισε να ουρλιάζει στους φρουρούς του και με πήραν σηκωτό. Έφαγα το ξύλο της χρονιάς μου. Το χειρότερο μαρτύριο ήταν, ότι με κρέμασαν από τους ώμους με σχοινί, και πατούσα πάνω στον πάγο. Πάνω σε πλάκες πάγου που λιώναν σιγά – σιγά, και θα πέθαινα. Είχαν ξυλιάσει τ α πόδια μου. Κουράστηκα πολύ. Και εκεί, μέσα στην απελπισία μου, τον είδα. Ήταν ο Κύριος με κόκκινη χλαμύδα, με το ακάνθινο στεφάνι. Σαν όραμα, σαν οπτασία. Από ε κείνη την στιγμή και όλο το βράδυ τα πόδια μου, παρ’ ότι ήταν στον πάγο, δεν κρύωναν. Ήταν πολύ ζεστά, και ο πάγος δεν έλιωνε. Έμεινε παγωμένος εκεί για να πατώ και να μην με πνίξει το σχοινί. Την επομένη το πρωί οι φύλακες έμειναν έκπληκτοι, βλέποντας τα κομμάτια του πάγου, έτσι ακριβώς όπως τα είχαν α φήσει από την προηγούμενη χωρίς ούτε μια σταγόνα να έχει λιώσει και εμένα ευδιάθετο, χαρούμενο και δυνατό.
Αυτό δεν το ξεχνώ ποτέ στην ζωή μου. Πώς να μην χτυπά η καρδιά μου για τον Κύριο; Πώς να μην νιώθω δέος για το μεγαλείο του Θεού; Πώς να μην ευχαριστώ συνέχεια και όλους εσάς, που τόσο νοιαστήκατε για μένα;….