Να ήταν άραγε ένα απλό ξέσπασμα της στιγμής; Να ήταν σαφής αντίρρηση στο αδιέξοδο εκπαιδευτικό κατεστημένο; Μια ξεκάθαρη μήπως αντίδραση στην εμπορευματοποίηση της γνώσης και στην υλιστική προοπτική της Παιδείας μας; Ή μια αυθόρμητη έκφραση απογοήτευσης για τη σύγχρονη νοοτροπία της ζωής, που δεν τη ζούμε πια, αλλά απλά τη σέρνουμε χωρίς οράματα, χωρίς προσανατολισμούς, χωρίς αληθινές ελπίδες και χαρές;
Δεν ξέρω. Πάντως αισθάνθηκα πως φύσηξε, έστω για λίγο, καθαρός αέρα μέσα στο Χημείο του Πανεπιστημίου Αθηνών και ένιωσα ευχάριστη διάθεση προβληματισμού, όταν λίγους μήνες πριν αντίκρυσα στον τοίχο ενός αμφιθεάτρου, γραμμένη με μεγάλα γράμματα, τη φοιτητική δήλωση – απαίτηση: «Δεν είναι οι εξετάσεις ούτε οι βαθμοί. Εκείνο που μας λείπει είναι η ζωή».
Παραδίπλα σ’ έναν άλλο τοίχο, πάνω από διάφορα σχέδια, σύμβολα, μουντζούρες κλπ. είδα γραμμένη μια παρόμοια δήλωση αναμονής: «Περιμένω την ΑΝΑΣΤΑΣΗ». Και από κάτω η υπογραφή: «ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ».
Τα λόγια αυτά των τοίχων του Χημείου με ζάλισαν αρκετά από τότε, και τώρα που φθάσαμε στο τέλος της χρονιάς δεν μπορώ ακόμη να πω ότι κατάλαβα καλά το νόημά τους.
Ποια είναι αυτή η «ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ»; Το Χημείο; Το Πανεπιστήμιο; Μήπως όλη η Παιδεία μας; Μήπως η ψυχή μας, η κοινωνία μας ή όλος ο κόσμος είναι μια νεκρόπολη που «περιμένει την ΑΝΑΣΤΑΣΗ»;
Σκέφτομαι πως όσο η γνώση δε μας σοφίζει, όσο οι απολαύσεις δε μας ευχαριστούν, όσο το χρήμα δε μας πλουτίζει και η φθαρτή και εφήμερη δόξα δεν ανεβάζει πραγματικά και δεν ικανοποιεί, όσο η εξωτερικά φανταχτερή ζωή μας αφήνει κενούς και στερημένους, πεινασμένους και φτωχούς, δεν υπάρχει πιο πετυχημένος χαρακτηρισμός για κάθε χώρο της ζωής μας από εκείνον του Χημείου: «Νεκρόπολη». Και το Πανεπιστήμιο και η οικογένεια και η εργασία και η ψυχαγωγία και όλα είναι νεκροπόλεις, που συνθέτουν το χάρτη ενός κόσμου, ο οποίος «όνομα έχει ότι ζη», αλλά στην πραγματικότητα «νεκρός εστι».
Όμως υπάρχει η χώρα των ζώντων. Υπάρχει ο κόσμος εκείνος, όπου η βαθιά και ανυποχώρητα απαιτητική ψυχή μας βρίσκει αυτό που ζητεί, αυτό το μεγάλο και ιερό, το αληθινό και αιώνιο, που δεν το απειλεί ο θάνατος, που δεν το γερνά η ζωή, που δεν το στενεύει ο χώρος και δεν το περιορίζει ο χρόνος. Αυτό το καθαρό και παντοδύναμο, που δεν σταματά πουθενά και ποτέ δεν τελειώνει, που έρχεται από έναν άλλο κόσμο αληθινό και ολοφώτεινο και εισέρχεται στον μάταιο και φθαρτό κόσμο μας «κεκλεισμένων των θυρών» και συνθλά τα κλείθρα του άδου και συντρίβει μοχλούς αιωνίους και «πληρώνει τα σύμπαντα ευωδίας», γεμίζει όλα με φως «ουρανόν τε και γην και τα καταχθόνια», αφθαρτίζει τα σύμπαντα και καινοποιεί όλη την κτίση και χαρίζει σ’ όλους και σ’ όλα τη ζωή.
Είναι αυτό η Χάρις, η αλήθεια του Χριστού, η ζωή Του, είναι ο ίδιος ο Χριστός η χώρα των ζώντων και η Εκκλησία Του, ο χώρος της όντως ζωής. Σ’ αυτήν την καινή πραγματικότητα, που ο Χριστός την έκτισε με τον λόγο, τη ζωή, το θάνατο και την Ανάστασή Του, ο μικρός και ταπεινός άνθρωπος διά της χάριτός Του γίνεται κοινωνός αιωνίου ζωής, απολαμβάνει όσα μάτι δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και «επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη». Μέσα στην Εκκλησία του ζώντος Θεού «τα φοβερά τελεσιουργείται». Ο άνθρωπος όχι απλώς υπάρχει. Ούτε μόνο ζει. Ο άνθρωπος θεώνεται! Γίνεται άφθαρτος και αιώνιος, ένδοξος, λαμπρός και αθάνατος κατά χάριν, ένας άλλος θεός και αυτός!
Η δωρεά του Θεού ξεπερνά κατά πολύ την εμβέλεια των αναζητήσεων και απαιτήσεων της ανθρώπινης ψυχής. Χαρίζει «υπερεκπερισσού ών αιτούμεθα ή νοούμεν». Η τροχιά του ανθρώπου μέσα στον κόσμο του Θεού υπερβαίνει όλες τις προβλέψεις, τις προσδοκίες και τους πόθους μας!
Αν μπορούσε να καταλάβει ο φίλος του Χημείου, που έγραψε με το σπρέι στον τοίχο τις παράδοξες… χημικές του αντιδράσεις, τον πόνο και τον πόθο του! Αν μπορούσαμε όλοι να καταλάβουμε! Ότι «εκείνο που μας λείπει», η ζωή, υπάρχει. Και παρέχεται δωρεάν και άφθονα, πλούτος και περίσσεια ζωής μέσα στην Εκκλησία μας. Που δυο χιλιάδες χρόνια τώρα, κάθε Κυριακή, γιορτάζει Ανάσταση, χτυπά πανηγυρικά τις καμπάνες της και ψάλλει το θρίαμβο της ζωής!