Ο άγιος ένδοξος μάρτυς Κωνσταντίνος έζησε στους βυζαντινούς χρόνους κατά τον 9ο αιώνα επί αντιβασιλείας της αγίας Θεοδώρας (842-856).
Κατείχε το αξίωμα του «Άρχοντος» στο βασίλειο της Ιβηρίας (σημ. Γεωργία). Ήταν άνθρωπος πιστός και καλοσυνάτος. Αγκάλιαζε με ιδιαίτερη αγάπη και στοργή όλους τους εγκαταλειμμένους και φτωχούς σκορπίζοντας πλουσιοπάροχα σ’ αυτούς ελεημοσύνες. Αλλά και προς τους αμαρτωλούς έδειχνε περισσή ευσπλαχνία. Τους βοηθούσε στο δρόμο της μετανοίας και της αλλαγής της ζωής τους. Όλος ο κόσμος θαύμαζε τον Κωνσταντίνο και τον εκτιμούσε απέραντα. Μιλούσε γι’ αυτόν, τον άρχοντά του, με τα καλύτερα λόγια.
Κάποτε ο Κωνσταντίνος επισκέφθηκε στην Παλαιστίνη τα άγια θεοβάδιστα μέρη. Με βαθιά κατάνυξη προσκύνησε τους Αγίους Τόπους. Η ψυχή του απήλαυσε εκεί ουράνιες αναβάσεις και έζησε δυνατές πνευματικές εμπειρίες. Σκόρπισε γενναιόδωρα πλούσια υλική βοήθεια σε μοναστήρια, εκκλησίες και πτωχούς, και επέστρεψε πίσω στη Γεωργία με απόφαση να αφοσιωθεί στην άσκηση και στην αδιάλειπτη προσευχή. Η ηλικία του πλέον είχε προχωρήσει. Ήταν 85 ετών…
Ομολογεί ενώπιον των Αράβων
Την εποχή εκείνη βάρβαρα αραβικά στίφη επιτέθηκαν στη Γεωργία. Στις αιματηρές μάχες πολλοί χριστιανοί θανατώθηκαν. Και όσοι επέζησαν, δέχθηκαν εξοντωτικό διωγμό από τους πολέμιους του Χριστού.
Η φήμη του αγίου Κωνσταντίνου είχε φθάσει στα αφτιά των βαρβάρων. Τον συνέλαβαν λοιπόν ως επικίνδυνο λόγω της δυνατής χριστιανικής πίστεώς του και τον οδήγησαν στη φυλακή στην Τιφλίδα. Με ευφροσύνη και χαρά ο Κωνσταντίνος δέχθηκε να πάθει τα «υπέρ Χριστού παθήματα». Στους δικούς του έλεγε: «Μην επιθυμείτε την απελευθέρωσή μου. Προσεύχεσθε για μένα να παραμείνω ‘‘πιστός άχρι θανάτου’’ στον Κύριό μου Ιησού Χριστό και να μη δειλιάσω ούτε να υποκύψω μπροστά σε απειλές ή βασανιστήρια».
Έφθασε κάποτε η ώρα της προσαγωγής του στον υπερφίαλο νικητή πασά Μπουγκχά.
–Να ξέρεις, του είπε ο Κωνσταντίνος, πως οι νίκες δεν είναι δικές σου. Σου παραχωρήθηκαν από τον Θεό μας εξαιτίας των αμαρτιών μας. Αυτές μας οδήγησαν σε τόσο μεγάλη ταπείνωση.
Αδιάφορα άκουσε ο πασάς την ομολογία του πιστού Κωνσταντίνου.
Στη συνέχεια υποχρέωσαν τον υποψήφιο μάρτυρα να φορτωθεί βαριές αλυσίδες και να βαδίσει με συνοδεία στρατιωτών τον δρόμο που οδηγούσε στη Σαχάρα. Εκεί θα παρουσιαζόταν στο χαλίφη Αλ-Μουταβακίλ (847-861).
Όταν αντίκρισε ο χαλίφης τον ηλικιωμένο σεβάσμιο Κωνσταντίνο, τον λυπήθηκε και του είπε:
–Είσαι τόσο μεγάλος στην ηλικία. Γιατί να ταλαιπωρηθείς με βασανιστήρια; Αρνήσου την πίστη σου, και αμέσως θα σε ελευθερώσω. Τιμές και δόξες μεγάλες σε περιμένουν…
–Άδικα κοπιάζεις, χαλίφη μου, απάντησε ο γενναίος Κωνσταντίνος. Μπορείς να κρατάς τώρα δέσμιο το σώμα μου. Αλλά την ψυχή μου δεν την εξουσιάζεις εσύ. Αυτή είναι ελεύθερη και αδούλωτη. Αυτήν δεν μπορείς να τη συλλάβεις ούτε να τη θανατώσεις. Είναι ταγμένη στο θείο θέλημα του μόνου Σωτήρος και Κυρίου της κτίσεως, του αληθινού Θεού μας.
Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος τού υπενθύμισε το λόγο της Παλαιάς Διαθήκης που μιλούσε για τους Άραβες: «Οι απόγονοι της Άγαρ που αναζητούν τη σοφία και τη σύνεση πάνω στη γη… δεν βρήκαν και δεν έμαθαν το δρόμο της σοφίας…» (Βαρ. γ΄ 23).
Ο χαλίφης δεν άντεξε αυτή την προσβολή. Σηκώθηκε οργισμένος και διέταξε να εγκλείσουν τον μάρτυρα στο πιο σκοτεινό μέρος της φυλακής. Με την ελπίδα πως θα τον κάμψει, έστειλε δύο αξιωματικούς του ιβηρικού στρατού εξωμότες πρώην χριστιανούς για να τον μεταπείσουν, και του λένε:
–Έλα, μην επιμένεις άλλο με τόσο πείσμα… Κι εμείς ήμασταν κάποτε χριστιανοί. Τώρα κοντά στο χαλίφη απολαμβάνουμε πλούτη και δόξες και τιμές.
Τους πειρασμικούς αυτούς λόγους τούς περιφρόνησε με τελεία απάθεια ο γνήσιος φίλος του Χριστού Κωνσταντίνος. Και υψώνοντας τα γεροντικά τρεμάμενα χέρια του σε προσευχή είπε: «Κύριέ μου, ενίσχυσέ με την ώρα αυτή. Μη μ’ αφήσεις μόνον. Μη με εγκαταλείψεις. Αξίωσέ με να μαρτυρήσω για σένα».
Στη συνέχεια άρχισε να ψέλνει ύμνους, ενώ οι δύο αποστατημένοι αξιωματικοί τον έβριζαν. Τα σχέδια όμως του μισόκαλου διαβόλου είχαν ματαιωθεί.
Μαρτυρεί για το Χριστό
Αδύναμοι και ανίσχυροι, ηττημένοι και ντροπιασμένοι, επέστρεψαν πίσω και οι δύο στρατιωτικοί. Στις 10 Νοεμβρίου του 853 ο χαλίφης έδωσε εντολή σ’ έναν υπηρέτη του να αποκεφαλίσει τον δούλο του Χριστού Κωνσταντίνο και να του φέρει την κεφαλή του Μάρτυρος. Η διαταγή εξετελέσθη αμέσως. Ένας άγιος έγερνε νεκρός όπως ο Τίμιος Πρόδρομος. Θέαμα φρικτό! Αλλά και θέαμα λαμπρό, γιατί κάποιοι παριστάμενοι είδαν αγγέλους φωτεινούς που παρελάμβαναν την οσία ψυχή του Μαρτυρος Κωνσταντίνου, για να την οδηγήσουν στη μακαρία γη του Παραδείσου!
Η είδηση του μαρτυρικού τέλους του αξιοσεβάστου Κωνσταντίνου έφθασε στο Παλάτι. Η αγία Θεοδώρα έστειλε επιστολή προς τα παιδιά του αγίου με την οποία τους έλεγε:
«Μιμηθείτε τον Πατέρα σας στην καλοσύνη και στην ευψυχία. Μας άφησε με το παράδειγμα της οσιότητος και σταθερότητός του ένα δυνατό πρότυπο ζωής χριστιανικής για όλους μας».
Κύριε, αύξησε στη γενεά μας τα πρότυπα των Αγίων σου! Τα έχουμε όλοι μας τόσο ανάγκη για να γαληνεύουν τις ψυχές μας και να μας εμπνεύσουν στον αγώνα μας.
Περιοδικό «Ο Σωτήρ»
τεύχ. 2032 (1ης Νοεμβρίου 2011)