Ο άγιος Αχμέτ ο εξ Αγαρηνών

0
2153
Εκτύπωση Εκτύπωση
1 αστέρι2 αστέρια3 αστέρια4 αστέρια5 αστέρια (καμία αξιολόγηση προς το παρόν)
Loading...

Ο άγιος Αχμέτ καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και είχε ανατραφεί στη μουσουλμανική θρησκεία από τους γονείς του. Είχε το αξίωμα του δεύτερου καλλιγράφου στη γραμματεία του σουλτάνου και έχαιρε προνομιακής κοινωνικής θέσης. Όντας άγαμος είχε ως παλλακίδα του, σύμφωνα με το μουσουλμανικό νόμο, μία από τις χριστιανές σκλάβες του, ρωσικής καταγωγής. Μία άλλη αιχμάλωτη ρωσίδα, γραία θεοσεβής, συνήθιζε να πηγαίνει στην εκκλησία τις εορτάσιμες ημέρες και να φέρνει στην φίλη της αντίδωρο και αγιασμό. Μία από αυτές τις ημέρες ο Αχμέτ αντιλήφθηκε ότι το στόμα της νέας γυναίκας ανέδιδε γλυκύτατη ευωδία. Την ρώτησε τι είχε φάει και εκείνη μετά από πολλές επίμονες παρακλήσεις απάντησε ότι τα μόνο που είχε φάει ήταν ψωμί αγιασμένο από τον ιερέα που της έφερε η ηλικιωμένη γυναίκα.

Φλογερή επιθυμία κατέλαβε τότε τον Αχμέτ να δει πώς οι χριστιανοί λαμβάνουν το ψωμί αυτό και τι είδους ιεροτελεστίες τελούνται στις εκκλησίες τους. Ντύθηκε χριστιανικά και μετέβη στον ναό του Πατριαρχείο για να παρακολουθήσει κρυφά την θεία Λειτουργία. Την στιγμή της Μεγάλης Εισόδου, είδε τον ιερέα που έφερε τα άγια Δώρα να βαδίζει δίχως να πατά στην γη και να λάμπει ολόκληρος. Κι όταν ο πατριάρχης ευλόγησε το πλήρωμα, διέκρινε ακτίνες φωτός να εκχέονται από τα χέρια του και να αγγίζουν τα κεφάλια των πιστών, ενώ μόνο αυτός στερούνταν του θείου αυτού φωτός. Ο μακάριος πίστεψε τότε με όλη την ψυχή του και δίχως δισταγμό άρχισε έκτοτε να ομολογεί την υπεροχή της χριστιανικής πίστεως μπροστά στους συναδέλφους του. Ο τρίτος καλλιγράφος που εποφθαλμιούσε την θέση του Αχμέτ έστρεψε εναντίον του τον αρχιγραμματέα και το υπόλοιπο προσωπικό. Ο Αχμέτ οδηγήθηκε στο δικαστήριο και ανακριθείς απάντησε ότι όντως είχε ασπασθεί την χριστιανική πίστη μετά από θεία αποκάλυψη και ότι ευχόταν με όλη την καρδιά του στους συναδέλφους του να αντιληφθούν με την σειρά τους την μουσουλμανική απάτη. Οργισμένος ο δικαστής διέταξε να τον φυλακίσουν με τους κρατουμένους του κοινού ποινικού δικαίου και έδωσε εντολή να τον αφήσουν δίχως τροφή και νερό για έξι ολόκληρες ημέρες. Παρουσιαζόμενος ξανά στον δικαστή, μετά το πέρας της κράτησής του, δήλωσε ότι η νηστεία αυτή τον είχε εξαγνίσει και ότι ο Χριστός τού είχε αποκαλύψει τα βαθύτερα μυστήρια της πίστεως και είχε στερεώσει τόσο γερά την αποφασιστικότητά του ώστε θα ήταν ευκολότερο για τον δικαστή να ζυμώσει πέτρες και σίδερο με τα χέρια του παρά να τον μεταπείσει. Οδηγήθηκε τότε ενώπιον του ίδιου του σουλτάνου και στις απειλές ότι θα εκτελούνταν με αποκεφαλισμό αποκρίθηκε ότι ένας τέτοιος θάνατος θα ήταν γι’ αυτόν το αποκορύφωμα της χαράς. Ο σουλτάνος τον καταδίκασε αμέσως σε θάνατο και ο Αχμέτ αποκεφαλίσθηκε στις 3 Μαΐου 1682, βαπτιζόμενος στο ίδιο του το αίμα, με το όνομα Χριστόδουλος. Πέταξαν το σώμα του στην ακτή, και το σημείο εκείνο επί πολλές ημέρες καταυγαζόταν με φως υπερκόσμιο.

Από το Νέο Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας των εκδόσεων Ίνδικτος

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ