Δύο χρόνια παρέμεινε στους Αγίους Τόπους προσευχόμενος, αγνιζόμενος και αγιαζόμενος από την Χάρη των θείων Μυστηρίων. Η πιστή Μαρία έγινε γι’ αυτόν πλέον «θετή μητέρα» του, οδηγός του και πολύτιμος σύμβουλος.
Κάποτε ήρθαν προσκυνητές στην Αγία Γη ευσεβείς πιστοί από την Κρήνη της Μικρασίας. Οι Κρηναίοι (Τσεσμελήδες) είχαν φήμη καλοσυνάτων και φιλόξενων ανθρώπων. Τους παρακάλεσαν λοιπόν να επιστρέψουν μαζί τους. Και αυτοί τους δέχθηκαν με χαρά. Έτσι ό Γεώργιος και η θετή μητέρα του, η Μαρία, έφθασαν και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Κρήνη. Ο Άγιος διάλεξε το ήσυχο επάγγελμα του καφεπώλη και νυμφεύθηκε την Ελένη Μαυρογιάννη.
Είχε πλέον ξεσπάσει η επανάσταση του 1821. Η Χίος απέναντι από την Κρήνη ήταν το νησί που συγκέντρωνε το µίσος των Αγαρηνών. Εκεί κατά καιρούς στέλνονταν από τις οθωμανικές αρχές στίφη Ασιατών και Τούρκων για να τιμωρούν παραδειγματικά τα κινήματα της επαναστάσεως των ραγιάδων Ελλήνων. Τον Γεώργιο, επειδή ήξερε άριστα την τουρκική διάλεκτο, τον προσέλαβαν ιπποκόμο στο Διοικητήριο της Κρήνης την περίοδο του Σουλεϊμάν αγά.
Συνέβη δε εκείνες τις ημέρες να διέρχεται από την Κρήνη πορευόμενος για τη Χίο ο πασάς της Ατταλείας, ο Προύσαλης, ο πρώην πεθερός του Γεωργίου. Η Μαρία και η Ελένη συμβούλευσαν τον Γεώργιο να απομακρυνθεί για την ασφάλειά του.
Εκείνος όμως τους απάντησε ότι ήθελε «κάτι να επωφεληθεί από την περίσταση». Μια δύναμη εσωτερική τον παρακινούσε να αποκαλυφθεί και να ομολογήσει στον πασά ποιος ήταν και να ξεπλύνει το ανόμημα της αποστασίας του.
Γι’ αυτό όταν ο πασάς έφθασε στο διοικητήριο της Κρήνης, έτρεξε ο ιπποκόμος Γεώργιος για να τον βοηθήσει να αφιππεύσει. Η αναγνώριση δεν άργησε να γίνει. Έκπληκτος ο πασάς στρέφεται προς τον Γεώργιο και του λέει: «Γιατί έφυγες, Μεχµέτ, με απάτη και δολιότητα από το σπίτι σου αφήνοντας γυναίκα και παιδί; Εγώ δεν σε ανέθρεψα, δεν σ’ έκανα παιδί µου δίνοντάς σου για γυναίκα την κόρη µου και τόσα άλλα καλά;» Και τότε ο Γεώργιος θαρραλέα απάντησε: «Έχεις λάθος, πασά, ούτε εσύ µε εγέννησες, ούτε εγώ σε γνώρισα πατέρα, ούτε Μεχµέτης ονομάζομαι, αλλά είμαι Χριστιανός. Ονομάζομαι Γεώργιος και Χριστιανός θα αποθάνω».
Ο πασάς της Ατταλείας ντροπιάστηκε. Και γεμάτος οργή διέταξε να τον φυλακίσουν και να τον δείρουν χωρίς έλεος. Ένας Τούρκος αξιωματικός προσπάθησε με γλυκόλογα και υποσχέσεις να τον μεταπείσει να αρνηθεί την πίστη του. Ο Γεώργιος όμως με χαροποιό πρόσωπο σταθερά και λιτά απαντούσε: «Όχι! Δεν αλλάζω γνώμη». Στη φυλακή τον ακινητοποίησαν δένοντάς του τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο, στον «ποδοκάκη». Και ο Άγιος δόξαζε τον Θεό, γιατί αξιωνόταν για την αγάπη του να πάσχει. Ο δραστήριος ιερεύς και ιεροκήρυκας της περιοχής Γρηγόριος θέλοντας να ενισχύσει τον έγκλειστο Γεώργιο, παρακίνησε τους δημογέροντες και φυλάκισαν δύο ευσεβείς Χριστιανούς με την πρόφαση ότι χρωστούσαν χρήματα. Αυτοί όμως θα παρέμεναν φυλακισμένοι δίπλα του για να ενισχύουν τον υποψήφιο μάρτυρα του Χριστού. Ο Γεώργιος παρέμεινε σταθερός στην απόφασή του. Δεν τον έκαμψαν ούτε οι απειλές των δικαστών ούτε οι κολακείες και τα ταξίµατά τους.