«Από πρακτική άποψη, δεν είναι το καλύτερο πράγμα να εμπιστευθείς το λογισμό σου ότι γνωρίζεις τόσα πολλά και (αλλά) να δεχθείς απλώς την πίστη που σου παραδόθηκε[1]». Αυτά είναι τα λόγια μιας σύγχρονης οσιακής πατερικής μορφής, του Αμερικανού π. Σεραφείμ Ρόουζ, και αποτελούν ίσως μια απ’ τις καταλληλότερες απαντήσεις που θα μπορούσαν να δοθούν στο ερώτημα του θέματος. Σε τίποτα από όλα όσα περιλαμβάνονται στις Ιερές Γραφές και την Ιερά Παράδοση, που οι Άγιοι Πατέρες μας μάς κληροδότησαν, δεν περιέχεται στοιχείο λάθους, υπερβολής, εφημερότητας και γενικώς κάτι που για οποιονδήποτε λόγο να επιδέχεται κριτικής. Απόδειξη αυτού αποτελεί η δισχιλιετής και πλέον Ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Συνεπώς, το μεγάλο ζήτημα δεν είναι το κατά πόσο η Ιερά Παράδοση μπορεί να έχει ρόλο και λόγο, με απήχηση στον καθένα ξεχωριστά και στο σώμα της Εκκλησίας συνολικά ή ακόμη και στην κοινωνία ευρύτερα, κατά τον 21ο αιώνα.
Αντιθέτως, η διάσταση, που διαπιστώνουμε να υπάρχει μεταξύ Παραδόσεως και Νεωτερικής/Μετα-νεωτερικής (Modern/Post-modern) Εποχής, αποτελεί βροντερή ένδειξη του βαθμού που η εποχή μας έχει απομακρυνθεί από την Παράδοση των Πατέρων και γι αυτό τα νοήματά τους δεν απηχούν τίποτα σε εμάς. «Κύριε τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν; καί ό βραχίων Κυρίου τίνι ἀπεκαλύφθη;» (Ήσ. 53,1) Και βέβαια τα ανωτέρω είναι αναμενόμενα στο επίπεδο του κόσμου τούτου, του οποίου άρχων δεν είναι ο Χριστός. Όταν όμως η αποστασία από την Ιερά Παράδοση και τις Γραφές εγείρεται απειλητικά ως κεντρική πρόταση και τάση εντός του Εκκλησιαστικού Σώματος, τότε τα προβλήματα που γεννιούνται είναι τεράστια· ικανά να οδηγήσουν σε αλλοίωση της Ορθοδόξου Πίστεως και άρα να αποβούν επικίνδυνα για την Σωτηρία του λαού.
Ολόκληρη η Ιστορία του γένους των ανθρώπων, από την πτώση έως και σήμερα, αποτελεί πορεία αποστασίας από τον Θεό, με μοναδική εξαίρεση (άρα και λύση) την έλευση του Θεανθρώπου Χριστού και την Αγία Του Εκκλησία. Έτσι, στην περίπτωση του προνεωτερικού ανθρώπου, εκείνοι που δέχτηκαν τον Χριστό και διατήρησαν αμίαντη την Πίστη σε Αυτόν και την Εκκλησία Του, σταύρωσαν την λογική τους και την κρίση τους και υπάκουσαν στα διδάγματα των Πατέρων έχοντας ως πρότυπα τους, όσο άφταστα κι αν έμοιαζαν αυτά, τους Αγίους. Ο νεωτερικός άνθρωπος, σαν άλλος Αδάμ, επαναστάτησε και πάλι κατά του Θεού και της Εκκλησίας Του και έθεσε ως πρότυπο και σκοπό του, δια της λατρείας της λογικής (την οποία, ως νεκρολάγνος, στήριξε πάνω στις προ της του Λόγου Σαρκώσεως εποχές, τις οποίες αυθαίρετα χαρακτήρισε κλασικές, άρα “κανονικές”, φυσιολογικές), την εωσφορική υπερηφάνεια, δηλαδή τον διάβολο τον ίδιο. «Πάντες ἐξέκλιναν, ἆμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἔως ἑνός» (Ψαλμ. 13,3) Έτσι, αν η πρώτη αποστασία ήταν απλώς η ανυπακοή προς τον Θεό, Αυτός με το αίμα του Υιού Του έδωσε την δυνατότητα της επαναφοράς. Η εποχή μας είναι ουσιαστικά η άρνηση, η δεύτερη ανταρσία εναντίον της επαναφοράς αυτής, δηλαδή της ίδιας της Σωτηρίας· είναι σαν να δηλώνουμε στον Θεό ότι είμαστε πεθαμένοι και έτσι θέλουμε να παραμείνουμε.
Σε αυτούς τους καιρούς της αποστασίας, λοιπόν, η Εκκλησία όχι μόνο δεν πρέπει να διαφοροποιηθεί από το Είναι Της και να “προσαρμοστεί”, έτσι ώστε να “ταιριάξει” καλύτερα στο νέο μοντέλο ζωής που η εποχή προτείνει· αντίθετα, οφείλει ακόμη πιο δυνατά, μέχρι θανάτου, να μαρτυρήσει την Αλήθεια που περισσότερο από δύο χιλιάδες χρόνια φέρει μέσα Της και να κάνει φανερή δια της Αγίας Ζωής Της ότι η μόνη οδός είναι αυτή που περπάτησε ο Χριστός και οι Άγιοί του και η οποία δεν επιδέχεται καμία αλλαγή και εξέλιξη. Η Εκκλησία δεν έχει σκοπό να καθησυχάσει τον άνθρωπο και, κατεβαίνοντας στο επίπεδό του, να εναρμονιστεί με την αμαρτωλή λογική του και να του ηρεμήσει την συνείδηση, προσφέροντας του πνευματική (αυτο)ικανοποίηση. Η Εκκλησία, σύμφωνα πάλι με τον π. Σεραφείμ Ρόουζ, «αποσκοπεί…στην κλήση των πιστών σε ένα δύσκολο, εμπνευσμένο και ταπεινό πρότυπο χριστιανικής ζωής. Εάν αυτοί (οι πιστοί) υπολείπονται των προτύπων, τουλάχιστον μπορούν να δουν πόσο μακριά είναι η ζωή τους από τα πρότυπα, τον κανόνα, που παραμένει πάντα ο ίδιος[2]».
Την λύση, λοιπόν, για επαναφορά στην ορθή εκκλησιαστική ζωή μάς την προσφέρει η ίδια η Εκκλησία. Και δεν είναι άλλη από την ασκητική παράδοσή Της. Εφόσον μάλιστα το πρόβλημα είναι η αποστασία και η ανταρσία, το σημείο αυτό πάνω στο οποίο οφείλει να εργαστεί περισσότερο ο σύγχρονος άνθρωπος είναι η υπακοή. Με άλλα λόγια, η κατά το πρότυπο του Χριστού και των Αγίων Του κένωση της ιδίας αμαρτωλής κρίσεως, η σταύρωση της προσωπικής λογικής και του θελήματός μας και η ολοκληρωτική εμπιστοσύνη και το άνοιγμα προς την Ιερά Παράδοση και τους Πατέρες μας είναι ο τρόπος που θα φέρουν τον άνθρωπο στην προηγούμενή του κατάσταση. Ένας άλλος μεγάλος σύγχρονος Πατέρας της Εκκλησίας μας, ο γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ, λέει για το θέμα αυτό: «Στον ωκεανό της εκκλησιαστικής ζωής η γνήσια και αμίαντη παράδοση του Πνεύματος κυλάει σαν λεπτό ρεύμα και όποιος θέλει να εμποτισθεί από το λεπτό αυτό ρεύμα πρέπει να αποκοπεί από την “δική του κρίση”. Όπου εμφανίζεται η “δική του” κρίση, εκεί αναπόφευκτα εξαφανίζεται η καθαρότητα της παραδόσεως, γιατί η ανθρώπινη “σοφία” και “δικαιοσύνη” είναι αντίθετες προς την αποκεκαλυμμένη θεία σοφία και δικαιοσύνη. Αυτό φαίνεται στα μάτια των πολλών αφόρητα βαρύ, ακόμη και μωρία· αλλά όποιος δεν φοβήθηκε να γίνει “μωρός”, αυτός γνώρισε την αληθινή Ζωή και την προαιώνια σοφία[3]».
Δαυίδ Μενεβός
(Στ΄ θέση Α΄ Πανελλήνιου Διαγωνισμού Γραπτού Λόγου ΧΦΔ)
[1] Ιερομ. Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ: η ζωή και τα έργα του, τόμος Β’, Β’ ελλην. έκδοση, σελ. 174
[2] Ιερομ. Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ: η ζωή και τα έργα του, τόμος Β’, Β’ ελλην. έκδοση, σελ. 186
[3] Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, ΙΣΤ’ ελλην. έκδοση, σελ. 104