Πώς έγινε ο κόσμος

0
7351
Εκτύπωση Εκτύπωση
1 αστέρι2 αστέρια3 αστέρια4 αστέρια5 αστέρια (5 ψήφοι, μέσος όρος: 3,20 από 5)
Loading...

Η δημιουργία του κόσμου

Από τον κτίστη στην κτίση. Από τον δημιουργό στα δημιουργήματά του. Από τον Εργάτη στα έργα των χειρών του. Έτσι από τη θεολογία κατεβαίνουμε και ερχόμαστε στην κοσμολογία, στο κεφάλαιο, στο οποίο κάνουμε λόγο για τον κόσμο, που είναι το δημιούργημα και έργο του Θεού, και λέμε πώς έγινε ο ορατός και αόρατος κόσμος, όσα βλέπονται όπως είναι ο ουρανός και η γη, και όσα δεν βλέπονται, όπως είναι οι Άγγελοι και τα πνεύματα. Λέμε, λοιπόν, πως ο Θεός, μια που είναι γεμάτος αγάπη, σοφία και δύναμη, κι ακόμη, γεμάτος μακαριότητα και ευδαιμονία, θέλησε από αυτή την ευδαιμονία και μακαριότητά του να μεταδώσει και σε άλλα όντα, πλάσματά του αυτά και δημιουργήματά του, τους Αγγέλους και τους ανθρώπους. Με τον τρόπο αυτό θα εκδήλωνε και θα έδειχνε και έξω από τον εαυτό του τις θείες αυτές και υπερτέλειες ιδιότητές του. Έτσι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Τον δημιούργησε «ὁ Πατήρ δι’ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ».

Στην Παλαιά Διαθήκη ο ίδιος ο Θεός λέει· «ἐγὼ ἐποίησα γῆν καὶ ἄνθρωπον ἐπ᾿ αὐτῆς, ἐγὼ τῇ χειρί μου ἐστερέωσα τὸν οὐρανόν, ἐγὼ πᾶσι τοῖς ἄστροις ἐνετειλάμην» (Ης. μδ΄ 24, με΄ 12, μ΄ 26). Δηλαδή, εγώ ο Θεός έκανα τα πάντα, έκανα τη γη και τον άνθρωπο να κατοικεί επάνω σε αυτή. Εγώ με το χέρι μου στερέωσα τον ουρανό. Εγώ έβαλα σε τάξη όλα τα αστέρια, εγώ χάραξα τον ουρανό. Εγώ έβαλα σε τάξη όλα τα αστέρια, εγώ χάραξα την πορεία του καθενός από αυτά. Και «κατ᾿ ἀρχὰς σύ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί» (Ψαλμ. ρα΄ 26, και Εβρ. α΄ 10). Κύριο εδώ ο Παύλος λέγει τον Υιό και Λόγο του Θεού.

Η εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου

Ο Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τον κόσμο. Αλλά από πού και με τι υλικά τον έφτιαξε; Είχε προηγουμένως ύλη, χώμα και νερό και άλλα υλικά, ας πούμε, τα οποία έπειτα με το παντοκρατορικό του πρόσταγμα τα διαμόρφωσε, τους έδωσε δηλαδή σχήματα και μορφή, και έτσι παρουσιάσθηκε ο κόσμος; Τον έφτιαξε από τον εαυτό του, ώστε ο κόσμος να είναι απόρροια της ουσίας του Θεού; Όχι. Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Δεν συνέβη το πρώτο, διότι τότε ο Θεός δεν μπορεί να λέγεται δημιουργός, αλλά διαμορφωτής του κόσμου. Δεν συνέβη και το δεύτερο, διότι στην περίπτωση αυτή ο κόσμος και αιώνιος και άφθαρτος πρέπει να είναι, όπως είναι ο Θεός, ενώ καθημερινώς παρουσιάζεται και φθαρτός και πεπερασμένος. Και ακόμη στην περίπτωση αυτή ταυτίζεται ο κόσμος με το Θεό και φθάνουμε στον πανθεϊσμό.

Πώς όμως έγινε ο κόσμος; Ο κόσμος έγινε εκ του μηδενός! Από το τίποτε, ενώ τίποτε δεν υπήρχε προηγουμένως, παρά μόνο ο Θεός. Τότε δημιούργησε ο Θεός τον κόσμο. Η αλήθεια αυτή βεβαιώνεται από την Αγία Γραφή, και πρώτα στα βιβλία της Π. Διαθήκης, που λέγονται βιβλία των Μακκαβαίων. «Ἀξιῶ σε, τέκνον, ἀναβλέψαντα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς πάντα ἰδόντα, γνῶναι ὅτι ἐξ οὐκ ὄντων ἐποίησεν αὐτὰ ὁ Θεὸς». Λέει και η Καινή Διαθήκη, ότι «πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ρήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι» (Εβρ. ια’ 3). Και εδώ το «εκ του μηδενός» πάλι λέει, αφού τονίζει ότι από μη φαινόμενα, δηλαδή από πράγματα που δεν υπήρχαν έγιναν τα υπάρχοντα και φαινόμενα. Ψάλλει και η Εκκλησίας μας: «Ὁ ἐκ μὴ ὄντων εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα παραγαγών», Συ είσαι, Κύριε, ο Θεός ημών, Συ και όχι άλλος. Συ «ὁ κατ’ ἀρχὰς τοὺς οὐρανούς, παντοδυνάμῳ σου λόγῳ, στερεώσας, Κύριε Σωτήρ».

Εκ του μηδενός, λοιπόν, ο κόσμος διά του Τριαδικού Θεού (1). Και πώς τον έκανε; Πώς δημιούργησε ο Θεός τον κόσμο; Πώς; Με μόνο το λόγο του. «Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν»… Και «αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν» (Ψαλμ. λβ΄ 6, 9). «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς… εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω στερέωμα καί… ἐγένετο οὕτως» (Γεν. α΄ 3, 6). Και είπε ο Θεός… και είπε ο Θεός. Και κάθε λόγος, κάθε προσταγή του Θεού γινόταν έργο ευθύς. Γινόταν έργο, διότι ο λόγος που τα δημιουργούσε, δεν ήταν ανθρώπινος λόγος, αλλ’ ο παντοδύναμος λόγος του παντοκράτορος Θεού. Γι’ αυτό και λέγεται πρόσταγμα ο λόγος του Θεού. Δηλαδή λόγος γεμάτος δύναμη και εξουσία θεϊκή. Και επομένως, μόλις δοθεί και ακουστεί, παράγει τα πάντα και τίποτε δεν είναι αδύνατο στου Θεού τον παντοδύναμο λόγο (2).

Η εν χρόνω δημιουργία του κόσμου

Και πότε δημιουργήθηκε ο κόσμος; Πότε; Σε ποιο χρόνο έλαβε αρχή και υπόσταση; Αλλά μπορούμε να προσδιορίσουμε το χρόνο αυτό; Βέβαια η ιδέα και απόφαση της δημιουργίας του κόσμου υπήρχε ανέκαθεν, προαιωνίως στη σκέψη του Θεού, αλλά πραγματοποιήθηκε σε ορισμένο χρόνο. Ποιος είναι ο χρόνος αυτός; Αδύνατο να το συλλάβει ο νους μας. Μπορούμε να πούμε μόνο τούτο· χρόνος και κόσμος είναι σύγχρονα και μάλλον ταυτόσημα. Άμα κόσμος, άμα χρόνος. Πριν από τον κόσμο, καθώς και πριν από το χρόνο δεν υπάρχει παρά αιωνιότητα, μόνος ο αιώνιος και αΐδιος Θεός. Όπως λέει ο προφητάναξ Δαβίδ, «πρὸ τοῦ ὄρη γενηθῆναι καὶ πλασθῆναι τὴν γῆν καὶ τὴν οἰκουμένην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος σὺ εἶ» (Ψαλμ. πθ’ 2). Πριν να γίνουν τα βουνά και να πλασθεί η γη και η οικουμένη, Συ υπήρχες, Θεέ μου, αιώνες αιώνων πριν, που δεν μπορεί να μετρηθούν από κανένα. Και αυτά λέει ο προφήτης στον ψαλμό. Αλλά και ο Κύριος, όταν ως Θεάνθρωπος πλέον ζητεί από τον Πατέρα του την προαιώνια θεϊκή του δόξα, λέει: «δόξασόν με σύ, πάτερ, τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί». Δόξασέ με με εκείνη τη δόξα που είχα κοντά σου, προτού να γίνει ο κόσμος. Και ο απόστολος Παύλος, όταν λέει, ότι ο Θεός «ἐξελέξατο ἡμᾶς ἐν αὐτῷ πρὸ καταβολῆς κόσμου» (Εφες. α΄ 4), δηλαδή, ότι μας διάλεξε για να μας κάνει Χριστιανούς και να μας χαρίσει την αιώνια βασιλεία του, πριν να γίνει ο κόσμος και πριν να γεννηθούμε ακόμη, το ίδιο θέλει να πει, ότι δεν υπήρχε πάντοτε χρόνος, όπως δεν υπήρχε πάντοτε και κόσμος και σε κάποια στιγμή —ποια ήταν αυτή δεν την ξέρουμε —άρχισε ο χρόνος, οπότε έγινε και ο κόσμος. Αυτά τα δύο (κόσμος και χρόνος) έγιναν μαζί και τα δυο, συγχρόνως, συνδημιουργήθηκαν. Η αρχή του κόσμου γίνεται και η αρχή του χρόνου. Αυτό εννοεί και η Αγία Γραφή, όταν στην αρχή του πρώτου της βιβλίου, την Γένεση, λέει: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν». Ο κόσμος δεν υπήρχε. Και τότε ούτε χρόνος υπήρχε. Κάποτε με το πρόσταγμα του Θεού δημιουργείται και παρουσιάζεται ο κόσμος. Τότε συγχρόνως αρχίζει και ο χρόνος, έτσι κόσμος και χρόνος ταυτίζονται χρονικώς και συνυπάρχουν.

Αιτία και σκοπός της δημιουργίας

Από ορισμένο ελατήριο κινείται ο άνθρωπος και πράττει ό,τι πράττει, κάνει τα διάφορα έργα του. Και σε αυτό που πράττει θέτει ορισμένο σκοπό. Ή την ωφέλεια και ικανοποίηση του εαυτού του ή την ωφέλεια και ικανοποίηση άλλων. Και ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Και στη δημιουργία του κόσμου υπάρχει κάποια αιτία, κάποιος σκοπός. Από ποιες, λοιπόν, αιτίες και προς ποιο σκοπό δημιούργησε τον κόσμο ο Θεός; Τον δημιούργησε εξ ανάγκης δικής του και προς ικανοποίηση δικών του πόθων και βλέψεων; Όχι, ένα τέτοιο ανθρώπινο κίνητρο και ελατήριο με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να αποδώσουμε στο Θεό. Και τούτο, διότι ο Θεός είναι ανενδεής και δεν έχει καμία ανάγκη, κανενός δεν έχει χρεία. Το λέει και ο Δαβίδ στους ψαλμούς του. Το λέει στο Θεό ο άνθρωπος γενικώς, κάθε άνθρωπος. Κύριε, Συ είσαι ο δημιουργός και κυρίαρχος των πάντων. Συ όλα τα έχεις πλούσια και από τα δικά μου αγαθά καμία δεν έχεις ανάγκη, «ὅτι τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις» (Ψαλμ. ιε΄ 2). Τον δημιούργησε για να ικανοποιήσει άλλους; Ναι. Τον δημιούργησε για να διαλαλείται διαμέσου του κόσμου η θεία του δύναμη και εξουσία. Πρώτον αυτό. Αλλά, δεύτερον, τον δημιούργησε κυρίως εξ απείρου αγάπης κινούμενος, για να δείξει την αγάπη του αυτή και εκδηλώσει τη στοργική του αγαθότητα, για να καταστήσει μετόχους της δικής του χαράς και δόξης και μακαριότητας και τα πλάσματά του. Ποια; Τα λογικά ιδίως όντα, Αγγέλους και ανθρώπους. Αυτός ο λόγος και σκοπός, αυτή η αιτία της δημιουργίας του κόσμου υπό του Θεού. Η αγάπη είναι το κίνητρο, το ελατήριο και η αρχή. Η ευτυχία και μακαριότητα των λογικών όντων είναι ο σκοπός και το τέλος του. Αλλά και προς αναγνώριση και δόξα δική του εκ μέρους των ανθρώπων και του κόσμου ολόκληρου. Αυτή την έννοια έχει και ο λόγος του αποστόλου Παύλου, «ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα» (Ρωμ. ια΄ 36). Δηλαδή τα πάντα προς δόξα του, προς έκφραση πίστεως, προς εκδήλωση θερμής αγάπης και ευγνωμοσύνης υπό των ανθρώπων, οι οποίοι τόσο χαίρονται και ευεργετούνται από τα έργα και τα αγαθά της δημιουργίας του κόσμου. Ειδικότερα για μας τους ανθρώπους λέει ο Παύλος, ότι «ἐξελέξατο ἡμᾶς προορίσας… εἰς ἔπαινον δόξης τῆς χάριτος αὐτοῦ» (Εφεσ. α΄ 5, 6), για να υμνείται και δοξολογείται από μας τους ανθρώπους το άπειρο μεγαλείο της θεότητάς του. Για αυτό βεβαιώνεται μεν ότι «οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» (Ψαλμ. ιη΄ 1), καλούνται δε τα πάντα – έμψυχα και άψυχα – να εκφράσουν την πίστη τους και αγάπη τους, να εκδηλώσουν την ευγνωμοσύνη και τον θαυμασμό τους στο Θεό. «Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα Κυρίου τὸν Κύριον. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. Αἰνεῖτε αὐτὸν πάντες οἱ Ἄγγελοι αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ… πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον» (ψαλμ. ρμη΄).

Η τάξη της δημιουργίας

Όπως είναι γνωστό από το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, τη Γένεση, ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σε έξι μέρες. Βέβαια, ως παντοδύναμος ο Κύριος μπορούσε και σε μία μέρα και σε μία στιγμή ακόμη να δημιουργήσει τον κόσμο. Αντί να πει «γενηθήτω φῶς», «καὶ ἐγένετο φῶς», να πει· «γενηθήτω κόσμος» και να γίνει ο κόσμος όλος, να γίνει καλός λίαν , όπως έγινε στις έξι μέρες και όπως είναι και σήμερα καλός λίαν. Αλλ’ η πανσοφία του Θεού θέλησε σε έξι μέρες να δημιουργήσει τον κόσμο τούτο. Και όταν η Γραφή λέει έξι μέρες, «καὶ ἐγένετο ἑσπέρα, καὶ ἐγένετο πρωΐ ἡμέρα μία» και «ἡμέρα δευτέρα» και «ἡμέρα τρίτη» κ.ο.κ., δεν μας λέει ότι οι μέρες αυτές είναι 24ωρες ηλιακές μέρες, αφού ο ήλιος δεν είχε αναφανεί, για να διαχωρίζει τις ημέρες από τις νύκτες. Ο ήλιος μόλις την τέταρτη μέρα παρουσιάζεται στον ορίζοντα. Δεν πρόκειται, λοιπόν, περί ημερών 24 ωρών, όπως είναι οι δικές μας. Πρόκειται για μακρά, μακρότατα χρονικά διαστήματα, ίσως και εκατοντάδων, ίσως και χιλιάδων, ίσως και εκατομμυρίων ετών, που η Γραφή τα ονομάζει μέρες. Δεν είναι μέρες της καθημερινής ζωής μας. Είναι μέρες της θείας δημιουργίας. Και κάθε μία μέρα από αυτές είναι αιώνες ολόκληροι! Λέει και ο ψαλμωδός στο Θεό· «ὅτι χίλια ἔτη ἐν ὀφθαλμοῖς σου ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθε, καὶ φυλακὴ ἐν νυκτί» (Ψαλμ. πθ΄ 4). Και στα μακρά αυτά χρονικά διαστήματα της εξαημέρου ο Θεός κατά τάξη πορεύθηκε στη δημιουργία των διαφόρων όντων. Άρχισε από τα ατελή και προχώρησε στα τελειότερα. Από τα ανόργανα στα ενόργανα, από τα άψυχα στα έμψυχα. Πρώτα από την ανόργανη και άπλαστη και άμορφη ύλη και προχώρησε προοδευτικά στα φυτά, τα ζώα, τον άνθρωπο, τελευταία σε αυτόν, επειδή ο άνθρωπος είναι η κορωνίδα των δημιουργημάτων του. Και είναι η κορωνίδα των δημιουργημάτων του Θεού ο άνθρωπος, αφού στον άνθρωπο έδωσε και ψυχή, η οποία είναι μεν πνευματική και αθάνατη, αλλά και αυτή δημιούργημα του Θεού, εκ του μηδενός προερχόμενη. Υπάρχει, λοιπόν, τάξη και ρυθμός στη δημιουργία του κόσμου, τάξη που και αυτή μαρτυρεί την άπειρη σοφία του Θεού, αφού και κάθε ον και έργο δημιουργικό με ιδιαίτερη δημιουργική πράξη το δημιούργησε ο Θεός, και προκαλεί το θαυμασμό και τη δοξολογία των λογικών δημιουργημάτων του, Αγγέλων και ανθρώπων.

Στο επόμενο περί της πρόνοιας του Θεού


(1) Εδώ πρέπει να καταχωρήσουμε και την ένσταση των υλιστών που υποστηρίζουν την αυτόματη γένεση και λένε ότι από το μηδέν μηδέν παράγεται, από το τίποτε τίποτε, και ότι μόνη της, αυτομάτως παράχθηκε η ύλη και παρουσιάσθηκε μαζί με το χρόνο ο κόσμος. Και απάντηση σε αυτούς είναι, ότι πράγματι από το μηδέν μηδέν γίνεται. Αλλ’ εδώ πριν από το μηδέν έχουμε ως δημιουργική αιτία μία πελώρια μονάδα, τον παντοδύναμο Θεό. Και λέμε. Όχι, δεν έγινε μόνος του ο κόσμος, διότι από το μηδέν μηδέν παράγεται και έτσι αυτόματη γένεση του κόσμου δεν στέκει και αποκλείεται. Αλλ’ από το Θεό ο κόσμος. Το μηδέν τίποτε δεν είναι και τίποτε δεν κάνει. Αλλά βάλτε μία μονάδα μπροστά και τότε το 0 γίνεται 10, τα 00 100, τα 000 1000 και ούτω καθεξής. Λοιπόν αυτή η Μονάδα, η Τριαδική Μονάδα, το μηδέν το έκανε κόσμο, πελώριο, θαυμάσιο, πάγκαλο κόσμο.
(2) Όχι μόνο ο λόγος, αλλά και το απλό νεύμα του Θεού μπορεί τα πάντα να δημιουργήσει. Και αυτό εννοεί ο Μέγας Βασίλειος, όταν λέει· «τῇ ροπῇ τοῦ θελήματος (του Θεού) μόνῃ παραχθεὶς» μένει ο κόσμος. Και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς· «ψιλῷ τῷ βούλεσθαι δημιουργεῖ, καὶ τῷ μόνῳ θελῆσαι αὐτόν, ἕπεται τὸ γεγενῆσθαι». Επομένως μένει το του αποστόλου Παύλου ότι «ρήματι Θεοῦ εἰς τὸ μῆ ἐκ φαινομένων τὰ φαινόμενα γεγονέναι», όπως είπαμε, και ο λόγος του Δαβίδ: «Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν».