- Χριστιανική Φοιτητική Δράση - https://xfd.gr -

Ο όσιος Θεόφιλος, ο Μυροβλύτης

Η μνήμη του τιμάται στις 8 Ιουλίου.

Ο όσιος Θεόφιλος ο ΜυροβλύτηςO όσιος Θεόφιλος ο Μυροβλύτης ανήκει στη χορεία των οσίων Αγιορειτών Πατέρων του 15ου αιώνος. Γεννήθηκε στη Ζίχνα της Μακεδονίας το 1460 από ευσεβείς και ενάρετους γονείς. Προικισμένος από τον Θεό με το χάρισμα της φιλομάθειας απέκτησε από μικρός πλούσια γνώση των ελληνικών γραμμάτων. Αλλά και στη γνώση των Αγίων Γραφών δεν υστέρησε. Με πολλή δίψα και με χαρά εντρυφούσε στο λόγο του Θεού. Ρουφούσε τα ιερά νοήματα. Και έκανε πράξη στη ζωή του όλα όσα ο Κύριος ζητά από τους δικούς του. Η ζωή του παρουσίαζε ένα σύνολο ζηλευτών αρετών. Ήταν όλος «ευωδία Χριστού». Σε νεαρή ηλικία δέχθηκε κλήση από τον Θεό για τη ζωή της αφιερώσεως. Απαρνήθηκε λοιπόν και γονείς και φίλους και περιουσία και πατρίδα. Και εκάρη μοναχός το 1504 με το όνομα Θεοδόσιος. Λίγο αργότερα χειροτονήθηκε ιερεύς από τον Επίσκοπο Ρενδίνης (Καρδίτσης) Ακάκιο.

Με πόνο ψυχής παρακολουθούσε ο Όσιος την κατάσταση του σκλαβωμένου Ελληνισμού. Το δούλο Γένος μας είχε ανάγκη κατηχήσεως και ενισχύσεως, καθώς η φλόγα της πίστεώς του τρεμόσβηνε. Γι’ αυτό — για κάποιο διάστημα — άρχισε να περιοδεύει ιεραποστολικά. Και όπως χαρακτηριστικά ο βιογράφος του σημειώνει, «περιεπάτει εις διαφόρους τόπους διδάσκων και ωφελών τους Χριστιανούς διά του λόγου και του παραδείγματος της εαυτού ζωής».

Λίγο αργότερα βλέπουμε τον όσιο Θεόφιλο να διακονεί στην ιερά Μονή Βατοπαιδίου τον εφησυχάζοντα επίσκοπο Μηθύμνης Μαλαχία. Μετά τον θάνατο του επισκόπου αυτού δόθηκε στον όσιο η ευκαιρία να επισκεφθεί την Αίγυπτο με εντολή του αγίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνος (11 Αυγούστου). Έπρεπε να φθάσει εκεί συνοδεύοντας τον επίσκοπο Ακάκιο για να ερευνήσουν εάν ήταν αληθινά τα όσα θαυμαστά εργαζόταν ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιωακείμ (1487-1567). Ήταν τότε εποχή που κατηγορούντο εκεί οι Χριστιανοί «ως υπαίτιοι θανατικών συμφορών». Και ο Πατριάρχης με δύο θαύματα μοναδικά, που με την ισχυρή του πίστη είχε επιτελέσει (μετακίνησε βουνό και ήπιε δηλητήριο χωρίς να βλαφτεί), έπεισε τον Οθωμανό βασιλέα της Αιγύπτου Μέλεκ Μηνάζ για την αθωότητα των Χριστιανών, ώστε να κάνει «σεβαστά τα δικαιώματά τους». Τα θαύματα αυτά, που έγιναν με την πίστη στη δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, τα περιέγραφε λίγα χρόνια αργότερα ο άγιος Πατροκοσμάς ο Αιτωλός στις Κατηχήσεις του προς τους σκλαβωμένους Έλληνες.

Ο όσιος Θεόφιλος αφού προσκύνησε το θεοβάδιστο όρος Σινά και τους Αγίους Τόπους, επέστρεψε μόνος του στην Κωνσταντινούπολη (διότι ο Επίσκοπος Ακάκιος πέθανε στα Ιεροσόλυμα) κομίζοντας γραπτές τις χαροποιές ειδήσεις για την αλήθεια των θαυμαστών σημείων της Αιγύπτου. Στην Κωνσταντινούπολη ο Όσιος είλκυσε την απόλυτη εμπιστοσύνη των εκκλησιαστικών αρχών. Όλοι θαύμαζαν «τον τόσο σοφό και ενάρετο» ιερωμένο. Γι’ αυτό και τον διόρισαν «νοτάριο και έξαρχο της Μεγάλης Εκκλησίας».

Σύντομα όμως ο Όσιος καταφρόνησε τις τιμές και κατέφευγε πάλι στον ερημικό και προσφιλή του Άθωνα. Στην Ιερά Μονή Ιβήρων σαν φιλόπονη μέλισσα τρυγούσε τον ευωδιαστό θησαυρό των αρετών των συμμοναστών του. Παράλληλα ασκούσε με απόλυτη υπακοή και το εξαίρετο χάρισμα που είχε από μικρός, του καλλιγράφου. Αντέγραψε με

πολλή επιμέλεια και καλλιτεχνία όλα τα λειτουργικά βιβλία της Μονής, πολλά από το οποία σώζονται μέχρι σήμερα με αφιερώσεις του όχι μόνο στην Ιερά Μονή Ιβήρων αλλά και σε άλλες Μονές.

Βέβαια προτεραιότητα έδινε ο Όσιος στην καλλιτεχνία της ψυχής του. Αυτήν τη φρόντιζε περισσότερο, ώστε να την καθιστά «άλας και φως» του κόσμου. Έτσι σύντομα η φήμη του Οσίου αυτού, ενάρετου και σοφού καθοδηγού εξήλθε από το Όρος. Έφθασε στα περίχωρα της Χαλκιδικής… μέχρι και τη Θεσσαλονίκη. Πολλοί πιστοί επιθύμησαν και τον έκαναν «ποιμένα και διδάσκαλο» της ζωής τους. Ο βιογράφος του σημειώνει πως «έλαμπε με το φως και την ένθεο πολιτεία του».

Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεόκλητος θαυμάζοντας το ταπεινό ήθος του τον πίεζε να δεχθεί προαγωγή σε επίσκοπο του θρόνου της Θεσσαλονίκης. Όμως ο Όσιος προφασιζόμενος ασθένεια αρνήθηκε την τιμή. Έγινε μεγαλόσχημος μοναχός. Αναζήτησε ευλαβείς και οσίους ασκητές για να διδαχθεί μαθήματα πνευματικά και παρέμεινε κοντά τους για μικρά διαστήματα σε ήσυχα κελλιά της Ιεράς Μονής Ιβήρων και της περιοχής των Καρυών. Και τελικά εγκαταστάθηκε με τον υποτακτικό του Ισαάκ σε ένα κελλί του αγίου Βασιλείου στην Καψάλα κοντά στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος. Εδώ, μακριά από περισπασμούς και θορύβους, θα παραμείνει μέχρι το τέλος της ζωής του ο Όσιος. Το ερειπωμένο κελλί που του δόθηκε το ανακαινίζει και ζει με αυστηρότητα και υπακοή στους μοναχικούς όρους.

Μελετά τώρα με περισσότερη άνεση την Αγία Γραφή και τους θείους Πατέρες. Προσεύχεται πολλές ώρες την ημέρα και γίνεται «μετάρσιος» και «καταφλέγεται από θεία αγάπη», καλλιεργώντας τη νοερά προσευχή.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός τον πληροφόρησε εσωτερικά για την ώρα της εκδημίας του. Πρώτα συνέταξε τη Διαθήκη του. Την Πέμπτη 5 Ιουλίου 1548 έκαμε Ευχέλαιο. Μετά ζήτησε συγχώρηση από τους παρευρισκομένους και την Παρασκευή βυθίσθηκε σε σιωπή. Το Σάββατο μετέλαβε με ευλάβεια και κατάνυξη τα Άχραντα Μυστήρια. Την Κυριακή 8 Ιουλίου 1548 πριν από την ανατολή του ηλίου ό Όσιος παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο και Θεό μας λέγοντας «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξου το πνεύμα μου». Παρήγγειλε δε στον Ισαάκ όταν πεθάνει να μην ειδοποιήσει κανέναν για τον θάνατό του και να τον σύρει νεκρό στο δάσος και να τον αφήσει εκεί…

Ο Ισαάκ υπάκουσε στην εντολή του οσίου γέροντός του. Οι μοναχοί όμως της περιοχής ανακάλυψαν αμέσως με θεία νεύση το ιερό του σκήνωμα, το οποίο και ενταφίασαν με τιμές στο παρεκκλήσιο του Μεγάλου Βασιλείου του ερημητηρίου του. Ο Θεός δόξασε τον ταπεινό και αφανή ερημίτη όσιο Θεόφιλο μετά το θάνατό του με το χάρισμα της μυροβλυσίας. Το δεξιό χέρι του Οσίου σώζεται στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος του Αγίου Όρους.

Ο όσιος Θεόφιλος παρέδωσε στο Χριστό από μικρός τα πλούσια χαρίσματά του. Και αναδείχθηκε κατά τον υμνογράφο «γνησιότατος φίλος του Σωτήρος Χριστού», «ευωδέστατον κρίνον των εν Άθω» αγίων και «νοητόν αλάβαστρον οσίων αρετών». Ας αγωνιζόμαστε κι εμείς να βαδίζουμε τον δρόμο της ζωής των αγίων μας. Τότε θα γινόμαστε κι εμείς «ευωδία Χριστού» προς χαρά των αδελφών μας Χριστιανών και δόξα Θεού.

Ο Σωτήρ [1], 1982