- Χριστιανική Φοιτητική Δράση - https://xfd.gr -

Ιεραποστολή: ποια προσόντα χρειάζονται (Β΄)

1. Άλλο προσόν είναι η γνώση του λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής. Ο ζωντανός και ζωοποιός λόγος του θεού πρέπει να είναι κτήμα εκείνου που θα εργαστεί ιεραποστολικώς. Ας μην ξέρει πολλά από την ανθρώπινη σοφία, ας μην κατέχει γνώσεις πολλές, ας είναι απλός κατά κόσμο. Ως προς το λόγο του Θεού όμως θα είναι «θεοδίδακτος», φωτισμένος και μέτοχος πνευματικής γνώσεως και σοφίας.

Και τότε ασφαλώς θα ξέρει ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Ποιος ο σκοπός της ζωής μας. Ποιο προορισμό έχουμε ως άνθρωποι. Πώς πρέπει ο άνθρωπος να αγωνιστεί, για να πλησιάσει το Θεό. Ποιες λύσεις δίνει ο Θεός στα διάφορα προβλήματα του ανθρώπου.

Πολύ περισσότερο, όταν ο Χριστιανός έχει και γραμματικές γνώσεις και είναι σε θέση να μελετά το λόγο του Θεού, τότε θα σκύβει ταπεινά, με πνεύμα μαθητείας και με δίψα και πόθο, σαν διψασμένο ελάφι θα δροσίζεται από την πηγή της θείας αλήθειας. Θα μελετά την Αγία Γραφή, τα έργα των σοφών Πατέρων της Εκκλησίας, όπως και σύγχρονα ορθόδοξα βιβλία.

Και θα μοιάζει τότε με το δέντρο το φυτευμένο στην όχθη δροσερού ποταμού. Θα ποτίζεται ο ίδιος, θα φωτίζεται πλουσίως. Και θα είναι σε θέση να μιλάει από το περίσσευμα της θείας γνώσεως, που θα κατέχει. Θα διαφωτίζει τους γύρω του, θα τους στηρίζει και ενδυναμώνει. Ναι, η μελέτη και γνώση του λόγου του Θεού είναι κάτι που χρειάζεται πάρα πολύ σε όσους θα εργαστούν ιεραποστολικά.

2. Χρειάζεται όμως ακόμη και πνεύμα αυταπάρνησης και θυσίας στην ιεραποστολή. Είναι γνωστό, ότι κανένα μεγάλο έργο δε γίνεται με ανάπαυση και άνεση. Όλα απαιτούν θυσίες, κούραση, κόπους και ιδρώτα. Το ίδιο ισχύει και για το ιερό έργο της ιεραποστολής. Ο Κύριος Ιησούς, οι άγιοι Απόστολοί Του και όλοι όσοι υπηρέτησαν στο ιεραποστολικό έργο, κουράστηκαν, ίδρωσαν, μόχθησαν.

Ο κόπος όμως αυτός ήταν και είναι πάντοτε χαράς αφορμή, μεγάλης ειρήνης και ευτυχίας υπόθεση για εκείνον που τον προσφέρει. Ρωτήστε τους εμψυχωμένους Χριστιανούς, που κουράζονται για τα διάφορα ιεραποστολικά έργα, και θα σας πουν, πόση χαρά, πόσο ενθουσιασμό αισθάνονται. Πόσο η Χάρη και η αγάπη του Θεού τους πλημμυρίζει την καρδιά.

Αλλά είπαμε, ότι αυτή η χαρά, η ειρήνη και ικανοποίηση χαρίζονται από τον Κύριο σ’ εκείνους που με αυταπάρνηση και πνεύμα θυσίας κοπιάζουν για τη δόξα Του. Σ’ εκείνους που θυσιάζουν χρόνο, ανάπαυση, ύπνο, τέρψεις νόμιμες και τρέχουν όπου τους καλεί το καθήκον. Αυτοί εμπνέονται και έχουν ως πρότυπό τους τους αγίους Αποστόλους, οι οποίοι εργάζονταν, όπως γράφει ο απόστολος Παύλος:

«Εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις…, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις…, εν ψύχει και γυμνότητι» (Β΄ Κορινθ. ια΄ 27).

3. Σχετικό προσόν με τα προηγούμενα είναι και η υπομονή, που πρέπει να στολίζει την ψυχή των ιεραποστολικώς εργαζομένων. Η υπομονή στις αντιξοότητες. Στην ιεραποστολή επιτυγχάνει και νικά, όποιος είναι ανθεκτικός και καρτερικός στις αντιδράσεις. Γιατί τα κάστρα των ψυχών δεν πέφτουν εύκολα. Η αλιεία, το ψάρεμα των λογικών ιχθύων χρειάζεται υπομονή και αντοχή. Αλλά και το κακό, η αμαρτία και ο Πονηρός αντιδρούν με ποικίλους τρόπους στο έργο του Χριστού. Γι’ αυτό χρειάζεται να είναι οπλισμένοι οι εργάτες του Χριστού με αντοχή, καρτερία και υπομονή. Να μη δυσανασχετούν μπροστά στα εμπόδια. Να μην αποκάμνουν. Να μη βιάζονται να δουν τα αποτελέσματα των κόπων τους σύντομα. Να μη χάνουν το θάρρος τους. Αλλά, όπως έγραψε πάλι ο απόστολος Παύλος, να φέρονται προς όλους «εν υπομονή πολλή» (Β΄ Κορινθ. στ΄4). Και ο Κύριος του αμπελώνος θα δίνει το αποτέλεσμα και τους καρπούς στην ώρα τους.

4. Ο καλός τρόπος, η ευγένεια και διακριτικότητα, η εν Κυρίω χαρά, είναι και αυτά απαραίτητα προσόντα.

Αφού η χαρά είναι γνώρισμα των Χριστιανών, θα πρέπει να φανεί στην πράξη. Αφού η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη και η μακροθυμία είναι καρποί του Αγίου Πνεύματος, θα πρέπει να χαρακτηρίζουν πάντοτε τους Χριστιανούς και ιδίως στην ιεραποστολή.

Χωρίς σκυθρωπότητα και ύφος ελεγκτικό και διδασκαλικό, αλλά με απαλό τρόπο, με ευγένεια και καλοσύνη, με σεβασμό ακόμη προς τον πλησίον σου, με χαμόγελο ειρήνης και χαράς, άνοιξε το στόμα σου, αδελφέ, και μίλησε στους άλλους για το Χριστό μας και τη σωτηρία. Μίλησε χωρίς ύφος βαρύ, αλλά με απλότητα, σαν αδελφός προς αδελφό. Χωρίς να θίγεις τον άλλο. Χωρίς να τον θεωρείς εκείνον αμαρτωλό και τον εαυτό σου ενάρετο (!). Μίλησε σαν ελεημένος από το Θεό και ό,τι θα πεις πες το με διάκριση και σύνεση και με ευχάριστο τρόπο.

«Ο λόγος υμών πάντοτε εν χάριτι, άλατι ηρτυμένος…», συνιστά ο απόστολος Παύλος (Κολασ. δ΄ 6). Ο λόγος σας, λέγει, ας είναι πάντοτε χαριτωμένος, αρτυμένος με το αλάτι της φρονήσεως.

Και εάν συναντήσουμε αντίδραση και σκληρότητα, αν μας φερθούν με ειρωνεία και λοιδορίες οι άλλοι, αν μας κλείσουν την πόρτα του σπιτιού τους, αν με απότομο και σκαιό τρόπο μας διώξουν, και τότε πρέπει με καλό τρόπο, με χαρά και καλούς λόγους εμείς να αντιμετωπίσουμε εκείνους που έτσι μας φέρονται.

Ο Κύριος είπε: Εάν σας ειρωνευθούν και σας βρίσουν οι άνθρωποι, είστε μακάριοι. Γι’ αυτό «χαρήτε εν εκείνη τη ημέρα και σκιρτήσατε· ιδού γαρ ο μισθός υμών πολύς εν τω ουρανώ» (Λουκ. στ΄ 22-23).

Και ο απόστολος Παύλος γράφει: «λοιδορούμενοι ευλογούμεν,… βλασφημούμενοι παρακαλούμεν» (Α΄ Κορινθ. δ΄ 12-13). Ενώ μας βρίζουν και περιγελούν οι εχθροί, εμείς ευχόμαστε αγαθά γι’ αυτούς… Και ενώ μας δυσφημούν και συκοφαντούν, εμείς απαντούμε με λόγους γλυκείς και παρακλητικούς.

Είναι δε αποδεδειγμένο, ότι με τον καλό και γλυκύ τρόπο κερδίζονται ακόμη και οι πιο σκληρές ψυχές. Εκτός τούτου με την αγάπη, την απλότητα και την εν Κυρίω χαρά διατηρούμε και την ειρήνη και την ευδιαθεσία μας και μέσα στις αντιδράσεις. Και προχωράμε χωρίς απογοητεύσεις στο ιεραποστολικό έργο.

5. Αφήσαμε την προσευχή σαν τελευταίο προσόν. Είναι όμως από τα βασικά και πρώτιστα για τον ιεραπόστολο. Η προσευχή πρέπει να είναι το μόνιμο γνώρισμά του, το καταφύγιό του, το όπλο του. Διά της προσευχής να παίρνει δύναμη από το Θεό, εμπνεύσεις και φωτισμό για το πώς πρέπει να εργάζεται στον ιεραποστολικό αγρό.

Κάποιος Χριστιανός έγραφε στο ατομικό του ημερολόγιο. «Θέλω να επηρεάσω τον Χ…, να του μιλήσω για το Χριστό. Πρέπει προηγουμένως να κάνω οκτώ μέρες προσευχή και έπειτα να του μιλήσω». Ο ιεραπόστολος αυτός δε βασιζόταν στις ικανότητές του, στα επιχειρήματά του, στην ευστροφία και την πειθώ του. Αλλά ζητούσε από τον παντοδύναμο Θεό να μαλακώσει την καρδιά του άλλου, για να μπορέσει και αυτός έπειτα να έχει ελπίδες επιτυχίας. Γι’ αυτό και ο πιστός αυτός και ταπεινός του Κυρίου δούλος ακτινοβολούσε από Χάρη Θεού και είχε θετικά αποτελέσματα στις προσπάθειές του.

Από το βιβλίο “Εκστρατεία Ιεραποστολής” του Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Π. Χαραλαμπίδη,
θεολόγου – ιεροκήρυκα, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “ο Σωτήρ”.