Ανοίγει βαριεστημένα τό ἕνα μάτι του. Ψαχουλεύει ἄτακτα στό διπλανό ἀπ’ τό κρεβάτι του τραπεζάκι. Βρίσκει το ρολόι του καί τό πλησιάζει στό μόλις καί μετά βίας ἀνοιχτό του μάτι. 08:42΄. Πετάγεται σά σούστα ἀπό τό κρεβάτι˙ «ἔχω ἀργήσει», σκέφτεται. Ἀμέσως ὅμως ἕνα πικρό χαμόγελο ἐμφανίζεται στά χείλη του! Ἀπό ποῦ ἔχει ἀργήσει; Ἀφοῦ τόν ἔδιωξαν. Χωρίς νά τοῦ ἐξηγήσουν τίποτα. Ἐπειδή ἡ ἐπιχείρηση εἶχε οἰκονομικά προβλήματα, ἔπρεπε νά διώξουν κάποιους ὑπαλλήλους τους. Ἔτσι καί ὁ Πέτρος ἔμεινε στό δρόμο.
Σηκώθηκε ἀπ’ τό κρεβάτι κακόκεφος, ἔβαλε τίς παντόφλες του καί κατευθύνθηκε πρός την κουζίνα. Δέν εἶχε καθόλου καλή διάθεση. Ἔπιασε τό πόμολο τοῦ ψυγείου καί πῆγε νά το ἀνοίξει. Τό βλέμμα του ἔπεσε στή φωτογραφία πού εἶχε κολλημένη στό ντουλαπάκι πάνω ἀπ’ τό ψυγεῖο. Ἦταν ἡ οἰκογένειά του σέ πλήρη παράταξη. Σπάνιο πράγμα νά μαζευτοῦν ὅλοι μαζί γιά φωτογραφία. Ἄρχισε ἀπό συνήθεια να μετράει 1,2,3,4,5,6,7,8,9! «Μή μᾶς μετρᾶτε εἴμαστε 9», ἦρθε στό μυαλό του ἡ ταμπέλα πού εἶχαν κολλήσει στό πολυτεκνικό βανάκι τους. Μά σέ κάθε φανάρι πού σταματοῦσαν, οἱ ἐπιβάτες τῶν διπλανῶν αὐτοκινήτων ἔκαναν ἐξάσκηση στίς γνώσεις τους στήν ἀριθμητική …8,9 «ἐννιά!», ἐπαναλάμβαναν γεμάτοι ἀπορία και τό στόμα τους ἔμενε γιά ὥρα ἀνοιχτό. Ναί,ὄντως ἦταν ἐννιά ἀδέλφια.
Στή φωτογραφία δίπλα ἀπ’ τόν Πέτρο ἦταν ὁ Βαγγέλης. Ὁ Πέτρος χαμογέλασε. Δέν μποροῦσε νά τό πιστέψει πῶς ὁ τρελο-Βαγγέλης, ὁ μπόμπιρας πού, ὅταν ἦταν μικρότερος, δέν εἶχε στό νοῦ του τίποτα ἄλλο ἀπό σκανταλιές και ζωηράδες, τώρα πόζαρε στή φωτογραφία μέ το κουστούμι του, σοβαρός-σοβαρός.
Ὁ Βαγγέλης κάποια μέρα, ὅταν ἦταν μικρότερος, εἶχε χαθεῖ ἀπ’ τό σπίτι. Τότε ὅλη ἡ οἰκογένεια εἶχε ἀναστατωθεῖ. Τον ἔψαχνε σ’ ὅλη τή γειτονιά καί ἀκόμα παραπέρα. Ὁ πατέρας του, ὁ κύρ-Μάκης, ἀφοῦ εἶδε καί ἀπόειδε, ἀνακοίνωσε σ’ ὅλους ὅτι θά πάρει τηλέφωνο τήν ἀστυνομία. Μόλις πλησίασε τό τηλέφωνο, γιά νά σχηματίσει τόν ἀριθμό, ἐμφανίστηκε ἐμπρός του ὁ Βαγγέλης! Δέν χρειάστηκε νά ρωτήσει ὁ φιλόστοργος πατέρας ποῦ ἦταν ὁ Βαγγέλης, γιατί ἡ κραυγή τῆς μητέρας ἀπ’ τό ὑπόγειο ἔλυσε τήν ἀπορία. Στό ὑπόγειο ἡ μητέρα φύλαγε τίς ἕξι βασιλόπιτες γιά τούς κουμπάρους! Ἐκεῖ εἶχε τρυπώσει ὁ Βαγγέλης, καταφέροντας νά δοκιμάσει καί ἀπό τίς ἕξι!
Τό χαμόγελο κατάφερε νά κάνει την ἐμφάνισή του στό ἀγουροξυπνημένο πρόσωπο τοῦ Πέτρου. Τί οἰκογένεια ἦταν αὐτή! «Ἐννιά παιδιά, ἐννιά βιολιά», ἔλεγε χαριτολογώντας ὁ πατέρας. Καί ὅμως ἐννιά διαφορετικοί χαρακτῆρες κάτω ἀπό τήν ἴδια στέγη. Ὁ Πέτρος θεολόγος, ἡ Εἰρήνη δασκάλα, ὁ Βαγγέλης ὑδραυλικός, ἡ Στέλλα βρεφονηπιοκόμος. Ὁ Γιάννης, ἄν καί στο Λύκειο, τά χέρια του «πιάνουν» λές καί ἔχει τελειώσει κάποια τεχνική σχολή˙ ὁ Κώστας, ἄν καί στό δημοτικό, μέ τίς ἀπορίες του μπορεῖ νά στριμώξει ἀκόμα καί καθηγητή˙ ἡ Μαρία, πού ξέρει ὅλα τά χρώματα καί τις ἀποχρώσεις τους ἀπ’ ἔξω καί ἀνακατωτά˙ ἡ Βασιλική, πού ἔγινε πρόεδρος στό νηπιαγωγεῖο της καί ἡ Ἀναστασία πού, ἄν καί μετράει λίγους μῆνες ζωῆς, καταφέρνει να κάνει χαρούμενο ὅποιον τήν κοιτάει.
Στή μέση τῆς φωτογραφίας ἡ πληθωρική μητέρα τους. Πληθωρική ἀπό αἰσθήματα καί ἀγάπη πρός τά παιδιά. «Μαμά», τῆς ἔλεγε ὁ Γιάννης συχνά, «σέ κάθε φωτογραφία πού βγαίνουμε πάντα κρατᾶς ἕνα μωρό στήν ἀγκαλιά σου». Σε κάθε φωτογραφία μέ τό χαμόγελο στά χείλη ἡ μητέρα. Ἕνα χαμόγελο πού ὅμως πόσα δάκρυα καί ἀναστεναγμούς κρύβει γιά τ᾽ ἀγγελούδια της, μόνο ἡ Βρεφοκρατοῦσα Παναγία μας τό ξέρει.
Δίπλα στήν κυρά-Θοδώρα, ὁ πατέρας, ὁ κύρ-Μάκης. «Ὁ δάσκαλος μέ τά πολλά παιδιά», ὅπως τόν φωνάζουν στό σχολεῖο, ὅπου εἶναι πιά ὑποδιευθυντής. Ἕνας μισθός μπαίνει στήν οἰκογένεια καί ὁ κύρ- Μάκης καταφέρνει νά μή λείψει τίποτα στήν ἐντεκαμελή του οἰκογένεια. Βασίλισσα ἔχει τήν κυρά-Θοδώρα καί πριγκιπόπουλα τά ἐννιά παιδιά του.
Ὁ Πέτρος ἄφησε τό χερούλι τοῦ ψυγείου. Εἶχε ἱδρώσει τό χέρι του τόση ὥρα. Τώρα τά μάτια του εἶχαν ἀνοίξει διάπλατα. Ὄχι μόνο τά σωματικά, ἀλλά καί τῆς ψυχῆς τά μάτια. Δέν εἶχε λόγο νά ἀγχώνεται καί νά ἀγωνιᾶ. Ἔχει φωτεινό φάρο τήν οἰκογένειά του. Τά βήματά του τον ἔφεραν στό προσευχητάρι.
«Δόξα σοι τῷ δείξαντι τό φῶς», ψέλλισε καί τά διάπλατα μάτια του γέμισαν δάκρυα.
Θάνος
Απόσπασμα από το Περιοδικό “Η Δράση μας”,
Τεύχος Απριλίου 2010
Ωραίο και ευλογημένο πράμα η μεγάλη(πολύ μεγάλη)οικογένεια! Το μόνο πρόβλημα είναι ότι η μητέρα δεν θα προλαβαίνει να ασχοληθεί με όλα. Αλλά όπου υπάρχει αγάπη, θέληση και πίστη στο Χριστό πιστεύω πως όλα παίρνουν τη θέση τους!
Γι΄ αυτό ο Θεός ανέθεσε την οικογένεια σε δύο ανθρώπους. Για να συμπληρώνει ο ένας τον άλλον στη φροντίδα των παιδιών. Αν και με τις σύγχρονες οικονομικές συνθήκες σε πολλές οικογένειες δουλεύουν και οι 2 γονείς ή κάποιος έχει 2 δουλειές…τι γίνεται όταν δε βρίσκεται ο απαραίτητος για τα παιδιά χρόνος;
«Πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (Α΄ Κορ. 14:40). Και συν Θεω, με οδηγό τη διάθεση να κάνεις με αγάπη το θέλημά Του πράξη στη ζωή σου, θα βρεθεί η χρυσή τομή.