Μπαίνουμε σε καινούργιο χρόνο και δεν ξέρουμε πόσο θα ζήσουμε. Οι ημέρες που μας δίνει ο Θεός είναι ημέρες που πρέπει να τις αξιοποιήσουμε, είναι ημέρες που πρέπει να τις εκμεταλλευτούμε. Επομένως, παρακαλώ, να εντείνουμε την προσπάθειά μας, να μεγαλώσουμε τον ζήλο μας, να το πάρουμε λίγο φιλότιμα το θέμα της σωτηρίας, λίγο ζεστά, να το πάρουμε πιο σοβαρά.
Όλοι οι Έλληνες σ᾽ όλα τα θέματα τώρα είμαστε τελείως ασοβάρευτοι, τελείως ανεύθυνοι και στα πνευματικά. Δεν στέκεται αυτό. Να πάρουμε πιο σοβαρά την όλη υπόθεση της σωτηρίας μας.
Πραγματικά να κινούμε γη και ουρανό ή καλύτερα, όπως λέει ο Δαυίδ, «εἰ δώσω ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου καί τοῖς βλεφάροις μου νυσταγμόν καί ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις μου ἕως οὗ εὕρω τόπον τῷ Κυρίῳ». Δηλαδή μην αναπαυθούμε έως ότου ξεκινήσουμε σοβαρά, έως ότου μπούμε στα σοβαρά και με ζήλο στον δρόμο αυτό που μας έβαλε ο Θεός, έως ότου ανταποκριθούμε στην κλήση του Θεού, στην αγάπη του Θεού. Και να αποφασίσουμε, ας πούμε, αληθινά να μετανοήσουμε, αληθινά να ταπεινωθούμε, αληθινά να έχουμε φόβο Θεού, αληθινά να έχουμε μέσα μας αυτό το οποίο θέλει ο Θεός. Όχι επιπόλαια, όχι πρόχειρα, όχι ανεύθυνα.
Όλο το κακό γίνεται από αυτή την ανευθυνότητα, από την όλη ασοβάρευτη στάση μας. Δεν γίνεται έτσι.
Δεν μπορεί ο Θεός να δουλέψει μαζί μας. Του το λέμε, του το ξαναλέμε βέβαια στην προσευχή μας, και το ακούει ο Θεός και θέλει να εργασθεί μέσα στην ψυχή μας –διότι ό,τι θα γίνει, θα το κάνει ο Θεός, καθώς εμείς συνεργούμε προσφέροντας τον εαυτό μας– αλλά, όταν δεν μπορεί να μας έχει εμπιστοσύνη ο Θεός, δεν μπορεί να εργασθεί. Και δεν μπορεί να μας έχει εμπιστοσύνη, όταν δεν μας βλέπει σοβαρούς και υπευθύνους. Εμείς, άνθρωποι είμαστε και δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη, όταν έχουμε να κάνουμε με κάποιον ο οποίος δεν μπορεί να σοβαρευθεί.
Να σοβαρευτούμε λοιπόν και να συνειδητοποιήσουμε την ευθύνη που φέρουμε. Να συνειδητοποιήσουμε την όλη αγάπη του Θεού, την όλη ευεργεσία του, τις δωρεές, τις ευλογίες, τη συγκατάβασή του. Να τα συναισθανθούμε αυτά, και να ξεπεταχτεί από μέσα μας το φιλότιμο, ο ζήλος, η αγάπη, και ν᾽ ανταποκριθούμε στον Θεό.
Έτσι, αδελφοί μου, να μπούμε στον καινούργιο χρόνο και έτσι να προσπαθήσουμε να ζήσουμε. Ο Θεός ξέρει τη δουλειά του. Ξέρει τι είμαστε ο καθένας, ξέρει τι χρειάζεται να γίνει στον καθένα μας, ξέρει πως θα το κάνει. Από μάς περιμένει αυτό: στα σοβαρά ως άνθρωποι που έχουμε νου, που έχουμε σκέψη, να σταθούμε απέναντί του. Να ανταποκριθούμε, να τον ακολουθήσουμε, να συνεργασθούμε μαζί του μ᾽ αυτή τη σοβαρότητα που μπορεί να έχει ένα λογικό πλάσμα. Και ο Θεός, επαναλαμβάνω, ξέρει τι χρειάζεται να κάνει στον καθένα μας και θα το κάνει.
Χωρίς την παραμικρή αμφιβολία λέω ότι αυτή την ώρα, καθώς εμείς θα μπούμε στον καινούργιο χρόνο, καθώς είμαστε εδώ μέσα στον ναό, ο Θεός παραλαμβάνει τον καθένα μας και μας δίνει τη βεβαιότητα: «Ό,τι και να είσαι, εγώ θα σε σώσω. Ό,τι και να είσαι, εγώ θα σε καθαρίσω. Ό,τι και να είσαι, εγώ θα σ᾽ αγιάσω, θα σε γιατρέψω, θα σε βάλω στον Παράδεισο. Ό,τι και να είσαι. Από σένα θέλω αληθινή ανταπόκριση λογικού όντος, λογικού πλάσματος και όχι ψευτιές και προχειρότητες και τέτοια».
Ας το κάνουμε, αδελφοί μου, και το θαύμα θ᾽ αρχίσουμε να το βλέπουμε από απόψε. Όποιος ακούοντας αυτά τα λόγια, πάθει ένα κάτι μέσα του και πει «τι κάνω;» και κάπως σοβαρά, ας πούμε, ανταποκριθεί, από απόψε κιόλας θα νιώσει την ενέργεια αυτή του Θεού και κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Και θα νιώθει αυτό το γιάτρεμα της ψυχής του, αυτή τη λύτρωση, αυτόν τον αγιασμό και τη σωτηρία. Αμήν.
π. Συμεών Κραγιόπουλου
από το βιβλίο “Συνάξεις Δωδεκαημέρου” Α΄
εκδ. Γυν. Ι. Ησυχ. «Το Γενέσιον της Θεοτόκου»