Ἡ ἐποχή μας, πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἀμετρία, τή φλυαρία, ἀκόμη καί τήν ὑποκρισία στίς διαπροσωπικές καί τίς διεθνεῖς ἀκόμα σχέσεις, ἔχει ἐπείγουσα ἀνάγκη νά σπουδάσει τήν τεχνική τοῦ λόγου τοῦ ὑγιοῦς καί φιλανθρώπου.
Ὁ Μ. Βασίλειος ἀποδεικνύεται πολύτιμος καί πολύπειρος ὁδηγός στήν ἀγωγή αὐτοῦ τοῦ λόγου σέ ἐπιστολή του πρός τόν φίλο του ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, ὅταν γράφει:
Πρῶτα ἀπ΄ ὅλα πρέπει νά σπουδάζουμε νά μήν κάνουμε ἄλογη χρήση τοῦ λόγου. Νά ρωτᾶ κανείς ὄχι μέ κίνητρο νά φιλονικήσει, καί νά ἀποκρίνεται μέ τρόπο πού νά μή δείχνει ὅτι ὑπερέχει, χωρίς νά διακόπτει τόν συνομιλητή του, ὅταν λέγει κάτι χρήσιμο, ἐπιθυμώντας νά παρεμβάλει γιά ἐπίδειξη τόν δικό του λόγο. Καί νά χρησιμοποιεῖ τό μέτρο, ὥστε νά ὑπάρχει ἀναλογία μεταξύ τοῦ νά λέγει καί νά ἀκούει.Νά μαθαίνει χωρίς νά θεωρεῖ αὐτό ταπεινωτικό, καί νά διδάσκει χωρίς νά κρύβει κάτι πού γνωρίζει ἀπό φθόνο μήπως ὁ ἄλλος ἀποκτήσει τήν ἴδια μέ αὐτόν γνώση. Κι ἄν πάλι κάτι ἀπό τόν ἄλλον διδαχθεῖ, νά μήν τό κρύβει ὅπως οἱ φαῦλες γυναῖκες πού κρύβουν τά νόθα παιδιά τους, ἀλλά νά φανερώνει μέ εὐγνωμοσύνη δημόσια τόν πατέρα τοῦ λόγου, δηλαδή ἐκεῖνον πού τοῦ μετέδωσε τή γνώση πού προβάλλει.
Ως πρός τόν τόνο τῆς φωνῆς νά προτιμᾶται ὁ μέτριος, ὥστε οὔτε νά μή μπορεῖ νά ἀκουστεῖ, οὔτε νά εἶναι φορτικός μέ τήν ἔντασή του.
Ὡς πρός τήν προετοιμασία τοῦ λόγου, νά προφέρει κανείς τόν λόγο, ἀφοῦ ὁ ἴδιος μέσα του τόν ἔχει προμελετήσει.
Ὡς πρός τόν τρόπο τῆς ὁμιλίας, νά εἶναι κανείς εὐπροσήγορος ὅταν ἀκούει, καί γλυκύς ὅταν συνομιλεῖ, χωρίς ὅμως γι ̓ αὐτό νά καταφεύγει στό νά χρησιμοποιεῖ τήν εὐτραπελία. Ἀλλά μέ τό καλωσυνάτο ὕφος του νά ἀπωθεῖ τήν τραχύτητα, ἀκόμα καί ὅταν εἶναι ἀνάγκη ὁ λόγος του νά εἶναι ἐλεγκτικός. Διότι ἔχοντας θωρακίσει τόν ἑαυτό του μέ τήν ταπεινοφροσύνη θά εἶναι εὐχαρίστως παραδεκτός ἀπό ἐκεῖνον πού ἔχει ἀνάγκη θεραπείας.
Παράδειγμα γιά τήν τελευταία περίπτωση ὁ Ἅγιος χρησιμοποιεῖ τήν ἐπίπληξη τοῦ προφήτου Νάθαν πρός τόν ἁμαρτήσαντα βασιλιά Δαυίδ, πού δέν ἐπέβαλε ὁ ἴδιος τήν καταδίκη, ἀλλά μέ τήν παραβολή πού χρησιμοποίησε ἔθεσε τόν ἴδιο κριτή τοῦ ἁμαρτήματός του, ὥστε ὁ ἴδιος κατά τοῦ ἑαυτοῦ του νά ἐκφέρει τήν κρίση, χωρίς μέ κανένα τρόπο νά ἔχει λόγο νά μεμφθεῖ τόν ἐλέγξαντα!
Ὁπωσδήποτε εἶναι εὐκαιρία νά καθρεφτιστοῦμε στό ὡραῖο πατερικό κείμενο καί νά μεταφέρουμε ὅλα αὐτά στήν προσωπική μας συμπεριφορά.
Λ.
ἀπό τό περιοδικό «Ἡ Δράση μας»
τεύχ. Ἰανουαρίου 2019